Από έναν αόρατο εχθρό σε έναν ορατό, τη διπλανή και το διπλανό μας, ή αλλιώς πως οικοδομείται ένα υγειονομικό απαρτχάιντ

Δύο χρόνια μετά την εμφάνιση του ιού SARS-CoV-2, διαπιστώνουμε ότι η διαχείριση της πανδημίας αποτελεί μία πρώτης τάξεως ευκαιρία για το κράτος να πειραματιστεί και να εφαρμόσει αντικοινωνικές πολιτικές. Ο διαρκής συναγερμός της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης επιτάχυνε την υποβάθμιση της ζωής των από τα κάτω, με μία σειρά μέτρων, περιορισμών αλλά και συστημάτων ολοκληρωτικού ελέγχου που τέθηκαν σε ισχύ.

Με την πρόφαση της διαχείρισης της υγειονομικής κρίσης, το κράτος εφάρμοσε σκληρά lockdown, επέβαλε απαγόρευση κυκλοφορίας, εγκαθίδρυσε τον αστυνομικό έλεγχο για την παραμικρή μετακίνηση (επίδειξη μηνυμάτων), αναβάθμισε το ρόλο, τον εξοπλισμό και τις αρμοδιότητες της αστυνομίας και επέβαλε εξοντωτικά πρόστιμα για τους από τα κάτω. Τομείς της καθημερινής ζωής που θεωρούνταν προστατευμένοι από την κυριαρχία του κράτους δέχτηκαν την επίθεσή του. Ο δημόσιος χώρος δέχτηκε εισβολή με όρους στρατιωτικής κατοχής ενώ ακόμη και το σπίτι μας μπορεί να γίνει αντικείμενο αστυνομικού ελέγχου και επιβολής διοικητικών προστίμων. Η τρομοκρατία των προστίμων, των ελέγχων και των διώξεων με βάση το νόμο για την «προστασία» της δημόσιας υγείας εφαρμόστηκε κατά κόρον και επιλεκτικά για την καταστολή, ενώ ταυτόχρονα μπάτσοι, υπουργοί, βουλευτές βολτάρανε ανενόχλητοι. Διαδηλώσεις απαγορεύτηκαν, καταλήψεις δέχτηκαν επίθεση και εκκενώθηκαν, σημειώθηκαν αστυνομικές εισβολές στο πανεπιστημιακό άσυλο, η νεολαία στοχοποιήθηκε, κυνηγήθηκε και ξυλοκοπήθηκε σε πάρκα και πλατείες και στοιβάχτηκε σε αστυνομικές κλούβες και κρατητήρια δίχως ευαισθησίες για την προστασία της δημόσιας υγείας.

Την ίδια στιγμή, το κράτος αντιμετώπισε με καταστολή τις κινητοποιήσεις υγειονομικών για ενίσχυση του συστήματος υγείας και συνεχίζει ακάθεκτο την πολιτική περιστολής υγειονομικού προσωπικού και υποδομών (δεν πρόλαβε να καταλαγιάσει το «τρίτο κύμα της πανδημίας» και ο ίδιος ο Μητσοτάκης άρχισε να ανακοινώνει το κλείσιμο νοσοκομείων). Αρνείται πεισματικά τις προσλήψεις μόνιμου ιατρικού προσωπικού και προτίμησε να προωθήσει τις μαυραγορίτικες πρακτικές κλινικαρχών μισθώνοντας κλίνες ΜΕΘ στη διπλάσια τιμή από τη συνηθισμένη και αυτό ενώ οι κλινικάρχες, κατά παράβαση κάθε κώδικα ιατρικής δεοντολογίας και κοινωνικής αλληλεγγύης, αρνούνταν να νοσηλεύσουν ασθενείς με Covid. Πλιάτσικο πάνω στη δημόσια περιουσία με κατεύθυνση την ιδιωτικοποίηση, αυτή είναι η συνταγή που ακολούθησε το κράτος για το σύστημα υγείας, εν μέσω πανδημίας.

Σε αυτό το περιβάλλον ελέγχου, βιοπολιτικής επιτήρησης, απαγόρευσης, πειθαρχίας και τιμωρίας, το κράτος κατάφερε να νομοθετήσει σε βασικά πεδία της κοινωνικής ζωής, πάντα προς το συμφέρον των προνομιούχων. Ο αντιεκπαιδευτικός νόμος, ο νόμος για τα εργασιακά, ο αντιπεριβαλλοντικός- αναπτυξιακός νόμος, ο πτωχευτικός κώδικας, ο νόμος για την απαγόρευση των διαδηλώσεων, ο νόμος για την υποχρεωτική συνεπιμέλεια, ο σχεδιαζόμενος νόμος για τις επικουρικές συντάξεις, είναι μερικά από τα πιο τρανταχτά παραδείγματα του πως το κράτος εκμεταλλεύτηκε τις έκτακτες συνθήκες που επέβαλλε για να προωθήσει την ατζέντα του. Τα στρατιωτικού τύπου μέτρα καταστολής και το μούδιασμα του κόσμου εξαιτίας της πρωτόγνωρης υγειονομικής συνθήκης απέτρεψαν πιθανές κινητοποιήσεις ενάντια στους κρατικούς σχεδιασμούς καθιστώντας την υλοποίησή τους ευκολότερη.

Φτάνοντας στο σήμερα, και μπροστά σε μια νέα έξαρση κρουσμάτων της πανδημίας, το κράτος επιδίδεται σε αγώνα δρόμου για να επισπεύσει τους εμβολιασμούς. Με φόντο την «ατομική ευθύνη», το κράτος αποποιείται για ακόμα μία φορά πλήρως τις ευθύνες του για τη συνολική διαχείριση της πανδημίας, μεταθέτοντάς τες σε όσα άτομα δεν επιθυμούν να εμβολιαστούν. Δεν σταματάει όμως εκεί αλλά για ακόμη μία φορά έρχεται να επεκτείνει το πεδίο κυριαρχίας του και να περιλάβει πλέον τα ίδια τα σώματά μας. Έρχεται να επιβάλλει την πραγματοποίηση μιας ιατρικής πράξης (η οποία ενδέχεται μάλιστα να έχει και σοβαρές παρενέργειες) με απειλές κυρώσεων που φθάνουν μέχρι την πρακτική απόλυση (υποχρεωτική άδεια άνευ αποδοχών και ασφαλιστικής κάλυψης, που ισοδυναμεί με απόλυση). Το μέτρο αφορά αρχικά όλους τους εργαζόμενους στο χώρο της υγείας αλλά με απλή υπουργική απόφαση μπορεί να επεκταθεί ανά πάσα στιγμή σε οποιοδήποτε κλάδο εργασίας.

Παράλληλα, υιοθετείται μία σκληρή ατζέντα κυρώσεων, περιορισμών και αποκλεισμών για την ζωή των μη εμβολιασμένων ατόμων, εξαγγέλλοντας μέτρα που επιβαρύνουν οικονομικά τα ίδια, με την υποβολή τους σε διαγνωστικά τεστ στην περίπτωση που επιθυμούν να ταξιδέψουν, να επισκεφθούν χώρους εστίασης ή να εργαστούν στην εστίαση ή τον τουρισμό. Παράλληλα, προβλέπονται αυστηρές κυρώσεις για τους χώρους εστίασης που δεν ακολουθούν τη σχετική νομοθεσία που αποκλείει από όλους τους κλειστούς χώρους τα μη εμβολιασμένα άτομα, ενώ μεταθέτουν στους/στις μαγαζάτορες την απόφαση για το πως θα διαχειριστούν το μη εμβολιασμένο εργατικό δυναμικό, κλείνοντας ωστόσο συνεχώς και απροκάλυπτα το μάτι στη δυνατότητα απολύσεων. Ήδη γίνεται λόγος για πιθανές απαγορεύσεις μετακινήσεων του πληθυσμού που δεν έχει εμβολιαστεί, αναβαθμίζοντας όλο και περισσότερο την έκδοση και χρησιμοποίηση πιστοποιητικού εμβολιασμού για τις μετακινήσεις. Επιπλέον, ήδη αναφέρονται πιθανά Lockdown που θα αφορούν εξ ολοκλήρου τα μη εμβολιασμένα άτομα, δίχως οικονομική αποζημίωση. Επίσης, οι κρατικοί εκβιασμοί εντείνονται με τους πιθανούς αποκλεισμούς από την εργασία ή τη μη ασφαλιστική κάλυψη λόγω απουσίας από την εργασία εξαιτίας πιθανής νόσησης από κορωνοϊό ή την ανάγκη εμβολιασμού προκειμένου να μπορούμε να προσληφθούμε. Η σύνδεση δε της πρόσβασης των αφεντικών σε ιατρικά δεδομένα με τη δυνατότητά μας να δουλεύουμε ανοίγει εξαιρετικά επικίνδυνα μονοπάτια. Κανείς δεν μας εγγυάται ότι η γνώση για τον εμβολιασμό ή μη για τον κορονοϊό δεν θα ανοίξει την όρεξη στα αφεντικά προκειμένου να αποκτήσουν πρόσβαση σε περισσότερα δεδομένα που αφορούν την υγεία μας, προκειμένου να αποκλείσουν από την εργασία άτομα πιο επιρρεπή στο να αρρωσταίνουν ή με οποιοδήποτε ιατρικό υπόβαθρο μπορεί να θεωρηθεί ότι μπορεί να πλήξει την κερδοφορία τους.

Η κρατική ρητορική των τελευταίων μηνών τείνει να εντοπίζει την επικινδυνότητα της μόλυνσης αποκλειστικά και μόνο στο αν έχει εμβολιαστεί ή όχι ο διπλανός μας, ταυτίζοντας ανεμβολίαστους με «μολυσμένους» ή εν δυνάμει μολυσμένους και μολυσματικούς. Ένας άνθρωπος που δεν έχει εμβολιαστεί αποτελεί πια την απειλή, τον κοινωνικό «άλλο», καθώς το κοινωνικό σώμα φαίνεται να μην κινδυνεύει από τον ίδιο τον ιό, αλλά το φορέα του, ο οποίος είναι υπεύθυνος για τη μετάδοσή του. Η εξουσία στοχοποιεί τα μη εμβολιασμένα άτομα ως «ομάδες υψηλού κινδύνου» που διαφέρουν από τον υπόλοιπο πληθυσμό και αντιμετωπίζονται ως άτομα με αποκλίνουσα συμπεριφορά, δημιουργώντας γύρω τους μία αόρατη υγειονομική ζώνη, ενεργοποιώντας έτσι αισθήματα κοινωνικού αυτοματισμού απέναντί τους. Η λογική αυτή δίνει το δικαίωμα του ελέγχου του διπλανού, καθώς ο/η οποιοσδήποτε μπορεί να ελέγξει εάν η άλλη/ος αποτελεί κίνδυνο για αυτόν/ήν, προάγοντας έτσι μία κουλτούρα αστυνόμευσης και ρουφιανιάς, διαρρηγνύοντας ό,τι έχει απομείνει από τον κοινωνικό ιστό.

Το κράτος αιτιολογεί οποιαδήποτε αυθαιρεσία και περιστολή ατομικών ελευθεριών με το πρόσχημα ότι ο/η διπλανός/ή μας είναι εχθρός, επικίνδυνος/η, μολυσματικός/η, αποκρύπτοντας τεχνηέντως ότι δεν επιτρέπει σε διάφορες κοινωνικές ομάδες, όπως οι μετανάστες/ριες να έχουν πρόσβαση στο σύστημα υγειονομικής, την ίδια ώρα που τους/τις στοιβάζουν σε κολαστήρια τύπου Μόρια. Αποκρύπτοντας πως οι ταξικοί διαχωρισμοί, η ανεργία, η φτώχεια είναι βασικοί παράγοντες που καθορίζουν το επίπεδο της υγείας και την ευαλωτότητα σε ασθένειες. Ταυτόχρονα, το βάθεμα των αποκλεισμών αυτών των κοινωνικών ομάδων εντείνεται, αφού αποτελούν το «μιαρό» άλλο, ενώ δεν αποκλείονται οι μαζικοί υποχρεωτικοί εμβολιασμοί αυτών των κοινωνικών ομάδων, ώστε το κράτος να μη διακινδυνεύσει την υγεία των υπηκόων του.

Η κατηγοριοποίηση και οι διαχωρισμοί των από τα κάτω είναι η πάγια τακτική του κράτους ώστε να κανονικοποιείται η ταξική συμφιλίωση και το ενιαίο εθνικό συμφέρον. Η Ευρώπη έχει ένα «πλούσιο» παρελθόν σε τέτοιου είδους βιοπολιτική διαχείριση πληθυσμών, είτε αυτοί είναι Εβραίοι, Ρομά, μετανάστες, Σάμι στην Σκανδιναβία, κ.α. Οι βιοπολιτικές κατηγοριοποιήσεις/διαχωρισμοί οδηγούν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, υγειονομικές ζώνες και την ευγονική. Το ελληνικό κράτος, συνεχίζοντας αυτή την ρατσιστική παράδοση, δεν έχει να επιδείξει τίποτα άλλο παρά περιορισμούς, ελέγχους και τιμωρίες, αλλά και πελατειακές ρουσφετολογίες (τύπου 150 ευρώ στους νέους για να εμβολιαστούν), εγκαινιάζοντας νέες ασκήσεις πειθάρχησης των από τα κάτω για να προστατέψει οικονομικά συμφέροντα και να επεκτείνει την κυριαρχία του σε ιδεολογικό και υλικό επίπεδο. Τα μέτρα για τον κορωνοϊό στόχευαν αρχικά τις κοινωνικές σχέσεις, στην πορεία επεκτάθηκαν στην εποπτεία και τη συρρίκνωση του δημόσιου χώρου, και τελικά επιτίθενται στα σώματά μας, τα οποία αποτελούν πεδίο άσκησης εξουσίας και αποτυπώνονται οι υπάρχουσες κοινωνικές σχέσεις, απαγορεύοντας την αυτοδιάθεση.

Τα μέτρα και οι νομοθεσίες που προέκυψαν μετά το ξέσπασμα της πανδημίας, ήρθαν για να μείνουν. Αυτή είναι η νέα κανονικότητα που κράτος και κεφάλαιο επιφυλάσσουν για τους από τα κάτω. Η «κατάσταση έκτακτης ανάγκης» είναι μόνιμη. Όσο υπάρχει κράτος και κεφάλαιο, καμία κατάκτηση και καμία ελευθερία δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένη. Η εξουσία θα προσπαθεί συνεχώς να βαθύνει την κυριαρχία και εκμετάλλευση των από τα κάτω και εναπόκειται μόνο στους ακηδεμόνευτους αγώνες μας η επιτυχής αντίσταση και αντεπίθεση. Δεν πρέπει να έχουμε καμία αμφιβολία πως πρώτη και αδιαμφισβήτητη προτεραιότητα του κράτους είναι η διατήρηση και η επέκταση των οικονομικών, πολιτικών και κοινωνικών προνομίων της κοινωνικής μειοψηφίας σε βάρος της κοινωνικής βάσης και όχι η υγεία των από τα κάτω. Καμία λιγότερο ή περισσότερο έκτακτη συνθήκη, φυσική καταστροφή ή υγειονομική κρίση δεν θα αλλάξει τις προτεραιότητες της εξουσίας. Όλα τα μέτρα αντιμετώπισης «κρίσεων» ή κρίσεων πρέπει να αναλύονται μέσα από αυτό το πρίσμα αν θέλουμε οι από τα κάτω να καταλάβουμε τί έχουμε απέναντί μας προκειμένου να μπορέσουμε να το ανατρέψουμε. Οι καθημερινές μας αντιστάσεις στην κυριαρχία, οι εναντιώσεις σε κάθε μορφή καταπίεσης, εκμετάλλευσης και διαχωρισμού, η αποδόμηση της εθνικής συνείδησης και η ανάπτυξη της ταξικής συνείδησης και συνειδητοποίησης των κοινών συμφερόντων των από τα κάτω, η συμμετοχή και στήριξη των σωματείων βάσης, η αντιθεσμική και αδιαμεσολάβητη δράση σε κάθε γειτονιά, σε σχολεία, σχολές και κάθε κοινωνικό πεδίο, η έμπρακτη αλληλεγγύη στις μετανάστριες και τον πόλεμο στις ρατσιστικές βιοπολιτικές του κράτους, είναι όλα ψηφίδες στο πολύχρωμο ψηφιδωτό αντιστάσεων και οικοδόμησης σχέσεων που προωθούν την υπόθεση της κοινωνικής επανάστασης.

Θέλουμε να είμαστε κατηγορηματικοί/ές: Δεν εμπιστευόμαστε το κράτος να έχει με κανέναν τρόπο οποιαδήποτε δικαιοδοσία πάνω στα σώματά μας και/ή να πραγματοποιεί ιατρικές πράξεις με απειλές. Ο μοναδικός αρμόδιος/α να αποφασίσει αν θέλει ή όχι να εμβολιαστεί είναι ο κάθε άνθρωπος ξεχωριστά και πρέπει να το κάνει σταθμίζοντας ελεύθερα και δίχως απειλές τα οφέλη και τους πιθανούς κινδύνους. Επίσης, αν η πρακτική αυτή του κράτους παγιωθεί και επεκταθεί, τότε τι θα το σταματήσει μελλοντικά να επιβάλλει πρόσθετες ιατρικές πράξεις ή άλλα μέτρα για θέματα που επηρεάζουν τη δημόσια υγεία όπως εκείνο την αντιλαμβάνεται;

Στεκόμαστε ο ένας δίπλα στην άλλη ενάντια στις κανιβαλιστικές λογικές που κράτος και κεφάλαιο μας επιβάλλουν. Αρνούμαστε να διαχωρίσουμε τους ανθρώπους με βάση την επιλογή τους να κάνουν ή να μην κάνουν το εμβόλιο. Αυτές οι αντιστάσεις είναι που πρέπει να διατηρηθούν και να επεκταθούν κόντρα στη δυστοπική κανονικότητα που η εξουσία θέλει να μας επιβάλλει.

ΚΑΤΩ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΑΠΟ ΤΑ ΣΩΜΑΤΑ ΜΑΣ

ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟΝ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΕΜΒΟΛΙΑΣΜΟ ΚΑΙ ΤΟ ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΟ ΑΠΑΡΤΧΑΙΝΤ

ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΥΓΕΙΑ ΧΩΡΙΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ-ΑΥΤΟΟΡΓΑΝΩΣΗ-ΑΛΛΗΛΟΒΟΗΘΕΙΑ-ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ

This entry was posted in Αρχική Σελίδα, Κείμενα. Bookmark the permalink.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *