Όταν η βία δεν καταδικάζεται από όπου και αν προέρχεται
Την Παρασκευή 21 Σεπτεμβρίου το μεσημέρι ένα άτομο εισέρχεται σε ένα κοσμηματοπωλείο στην οδό Γλάδστωνος στην Ομόνοια, ενώ ο ιδιοκτήτης απουσιάζει(;), μέσα στο οποίο εγκλωβίζεται όταν η πόρτα σφραγίζει αυτόματα. Στην προσπάθειά να εξέλθει, προσπαθεί να σπάσει με έναν πυροσβεστήρα την τζαμένια πόρτα της εισόδου και αποτυγχάνει. Βρίσκει διέξοδο από την βιτρίνα σερνόμενος. Ο ιδιοκτήτης και ένας ακόμη άνδρας τον κλοτσούν με σφοδρότητα και επαναλαμβανόμενα πάνω στην σπασμένη τζαμαρία, έως ότου ένας από το συγκεντρωμένο πλήθος παρεμβαίνει προκειμένου να σταματήσουν την βιαιοπραγία και την αυτοδικία. Διασώστες του ΕΚΑΒ που βρίσκονται εκεί με τις μηχανές τους ξεκινούν να του παρέχουν τις πρώτες βοήθειες. Το νεαρό άτομο κάνει μια απέλπιδα προσπάθεια να ξεφύγει, αλλά τουλάχιστον οχτώ μπάτσοι έχουν πέσει από πάνω του. Το δεύτερο λιντσάρισμα μόλις έχει ξεκινήσει, αυτή την φορά όχι από «αγανακτισμένους πολίτες» αλλά από το επίσημο κρατικό μονοπώλιο στην βία. Λίγη ώρα αργότερα ο νέος αφήνει την τελευταία του πνοή δεμένος πισθάγκωνα με χειροπέδες μέσα στο ασθενοφόρο. Η είδηση της δολοφονίας του νεαρού σκάει σε ειδησεογραφικά σάιτ και κανάλια ως πολύ πιασάρικη ιστορία: «ένας «ληστής» εγκλωβίστηκε σε ένα άδειο κοσμηματοπωλείο και πέθανε προσπαθώντας να διαφύγει σπάζοντας την τζαμαρία στο κέντρο της Αθήνας το οποίο μαστίζεται από την παραβατικότητα και την αμέλεια της πολιτείας». Η ύπαρξη, μάλλον, του βίντεο είναι αυτή που ασκεί πίεση στους κλειδοκράτορες της διαμόρφωσης της περίφημης «κοινής» γνώμης να προβάλλουν την είδηση και την εικόνα. Το συγκεκριμένο γεγονός όμως εμπεριέχει μια έκπληξη τόσο για το αδηφάγο τηλεοπτικό κοινό όσο και για τους «δημοσιογράφους». Το θύμα έχει ονοματεπώνυμο, δεν είναι ένας ακόμη ανώνυμος φτωχοδιάβολος και έχει ακτιβιστική δράση στο κίνημα ΛΟΑΤΚΙ+… Είναι ο Ζακ Κωστόπουλος!
Την αρχική αμηχανία διαδέχεται μια ενορχηστρωμένη και συστηματική μιντιακή προσπάθεια ξεπλύματος των δολοφόνων. Πηχαίοι τίτλοι για την εγκληματικότητα στο κέντρο, την αγανάκτηση των καταστηματαρχών, μιντιακά δικαστήρια που καταδικάζουν τον Ζακ ως ληστή, εγκληματία, οροθετικό, ομοφυλόφιλο, γκάλοπ για το εάν δικαιολογείται ή όχι το λιντσάρισμα. Η κανιβαλιστική μιντιακή μηχανή παίρνει μπρος χύνοντας λάσπη πάνω σε ένα ανοιχτό φέρετρο. Από την πρώτη στιγμή γίνεται σαφές: η ιδιοκτησία über alles. Ο ακρογωνιαίος λίθος του αστικού καθεστώτος δεν μπορεί να τεθεί υπό αμφισβήτηση. Τα χρυσαφικά και η ιδιοκτησία στην καθημερινή καπιταλιστική πραγματικότητα έχουν μεγαλύτερη αξία από την ανθρώπινη ζωή. Πολλώ δε μάλλον ενός ομοφυλόφιλου, οροθετικού, τοξικοεξαρτημένου. Γίναμε όλοι και όλες μάρτυρες της αγωνιώδους προσπάθεια του κανονιστικού κυκλώματος μίντια-κράτους-ευυπόληπτων πολιτών/αφεντικών να διαχειριστούν την δολοφονία ενός «περιθωριακού» κατασκευάζοντας το προφίλ του «δράστη», του «ληστή», του «μαχαιροβγάλτη» που αποτελεί απειλή για τον φιλήσυχο και νομοταγή ιδιοκτήτη.
Το λιντσάρισμα του Ζακ Κωστόπουλου δεν σταμάτησε ούτε όταν το σώμα του φορτώθηκε στο ασθενοφόρο. Η διαχείριση της υπόθεσης του αποτελεί ένα συνεχές λιντσάρισμα. Η παλινωδία των αρχών, το μανιπουλάρισμα των βίντεο, το μπαλάκι ευθυνών και η ΕΔΕ εντός της αστυνομίας, η χολή των εθνοφιλελέ και ναζί, ο δήθεν ανθρωπισμός του «ναι μεν αλλά», ο κεκαλυμμένος ή όχι κοινωνικός ρατσισμός της «κοινής γνώμης» λιντσάρουν μέχρι και την στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές το άψυχο σώμα του Ζακ Κωστόπουλου. Οι μέρες αυτές μας υπενθυμίζουν για άλλη μια φορά ότι η κοινωνική οργάνωση κάτω από την κατασκευή του έθνους-κράτους δεν μας χωράει όλες/ους. Όχι, η βία δεν καταδικάζεται από όπου και αν προέρχεται. Το κράτος και οι κανονικότητες που αναπαράγει δεν αφήνουν χώρο για όσες και όσους αποκλίνουν από τις ονειρώξεις της καπιταλιστικής πανούκλας. Γυρίστε μόνο λίγα χρόνια πίσω όταν το 2012 Λοβέρδος και Δένδιας χαρακτήριζαν καθημερινά τους τοξιοκοεξαρτημένους ως “σκουπίδια”, οι επιχειρήσεις «σκούπα» καθάριζαν την Αθήνα από υγειονομικές βόμβες και διαπόμπευαν οροθετικές γυναίκες και τρανς. Στον κόσμο της οικονομίας της αγοράς, η μοίρα των «μη αναγκαίων», δηλαδή των ομοφυλόφιλων, των τοξικοεξαρτημένων, των μη αρτιμελών, των μεταναστριών, των φτωχών είναι ένα συνεχές κοινωνικό, οικονομικό, κυριολεκτικό λιντσάρισμα. Η βία δεν είναι μόνο διάχυτη στην μητρόπολη ως ένα φαινόμενο υποκουλτούρας ή αντίστασης άρρηκτα συνδεδεμένο με τις κοινωνικές ασυμμετρίες που προκαλεί ο καπιταλισμός. Η βία είναι ενσωματωμένη στους θεσμούς, στην έκφραση δημοσίου λόγου, στο μεδούλι της αστικής δημοκρατίας. Και αυτή η βία εγγράφεται στα σώματα και τις ζωές κυρίως όσων έχουν πεταχτεί στο περιθώριο.
Έκφραση αυτής της βίας αποτελεί και η διαχείριση του ζητήματος των ναρκωτικών. Η κρατική αντιμετώπιση των παραβατικών συμπεριφορών αποτελεί μέρος του προβλήματος. Το ζήτημα των ναρκωτικών είναι υπαρκτό και το συναντάμε σχεδόν σε κάθε γωνία της μητρόπολης. Η αγορά των ναρκωτικών και οι κανόνες της είναι παράγωγο της καπιταλιστικής λογικής που έχει πάντα και αποκλειστικά δύο κερδισμένους και μόνιμα χαμένους: το κράτος και την μαφία/αφεντικά από την μία και τους πιο αδύναμους από την άλλη. Οι κανιβαλιστικές συμπεριφορές, απότοκα των κανόνων της αγοράς και του ένστικτου επιβίωσης του/της χρήστη/ριας, αποτελούν άλλο ένα εργαλείο κοινωνικού αυτοματισμού στην φαρέτρα της εξουσίας. Αυτή η βία δεν χρειάζεται να καταδικαστεί γιατί απλά σπάνια φτάνει στις οθόνες της «κοινής» γνώμης.
Μέσα σε μια συνθήκη όπου νοοτροπίες όπως η εξατομίκευση, η ιδιώτευση, ο φιλοτομαρισμός, το «πατάω επί πτωμάτων» έχουν οδηγήσει στον κατακερματισμό του κοινωνικού ιστού, η βία ως εργαλείο θέσμισης της καθημερινότητας έχει νομιμοποιηθεί κοινωνικά. Έτσι η κοινωνία όχι μόνο συνήθισε τον θάνατο, αλλά έμαθε και να στρέφει το βλέμμα της περιφρονητικά από την άλλη. Όχι όμως στην περίπτωση του Ζακ. Η ιδιότητα του δολοφονημένου έχει εξαναγκάσει σε έναν υποτυπώδη δημόσιο διάλογο σε καθεστωτικά μίντια, αλλά και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δυστυχώς με όρους θεάματος.
Τι θα γινόταν αν στην θέση του Ζακ ήταν ένας ανώνυμος-η τοξικοεξαρτημένος-η, ένας φτωχός-η ομοφυλόφιλος-η ή ένας κοινός-η κλέφτης-τρα; Δεν χρειάζεται μια δημόσια ιδιότητα. Δολοφονήθηκε ένας άνθρωπος από τα αφεντικά και το κράτος. Δεν θα έπρεπε να μας ενδιαφέρει η ιδιότητα του Ζακ αλλά οι δολοφόνοι του και όσοι/ες σπεύδουν να τους ξεπλύνουν. Ποιός ήταν ο δεύτερος που δολοφονικά κλώτσησε τον Ζακ; (εκπρόσωπος τύπου της εθνικιστικής οργάνωσης Πατριωτικό Μέτωπο). Τι ακριβώς έκαναν οι μπάτσοι της ΔΙΑΣ όταν ακινητοποίησαν τον Ζακ; Ποιοι ήταν οι ιατροδικαστές που αποφάνθηκαν ότι είναι απροσδιόριστη η αιτία θανάτου του Ζακ και τι σχέση έχουν με την ΧΑ; Τι έργο επιτελούν όλοι αυτοί που συρρέουν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να ξεράσουν το μίσος τους; Απαντώντας μερικές από αυτές τις ερωτήσεις θα αποδομήσουμε το τακτοποιημένο αφήγημα του «τοξικοεξαρτημένου ληστή» και θα καταλήξουμε ξανά σε αυτό που ορίσαμε παραπάνω ως κύκλωμα μίντια-κράτους-ευυπόληπτων πολιτών/αφεντικών, μια μηχανή αποκατάστασης της αστικής κανονικότητας και θεματοφύλακας της Λυδίας λίθου του κρατικοκαπιταλιστικού συστήματος: της ιδιοκτησίας. Η δολοφονία του Ζακ ήταν άλλη μια έκφραση επιβολής και βίας ενάντια στους αδύναμους.
Στην ερώτηση λοιπόν «τι θα κάνατε στη θέση του κοσμηματοπώλη;» η απάντηση μας είναι απλή: δεν θα βρισκόμασταν ποτέ στην θέση του κοσμηματοπώλη γιατί αρνούμαστε και παλεύουμε ενάντια σε ένα σύστημα που δίνει προτεραιότητα στην ατομική περιουσία σε σχέση με την ανθρώπινη ζωή. Και εμείς όμως δεν καταδικάζουμε την βία από όπου και αν προέρχεται. Την βία την ζούμε στα σώματα μας αλλά επίσης επιστρέφουμε και μέρος αυτής της βίας στους καταπιεστές μας, το κράτος, τις μαφίες, τα αφεντικά και τους φασίστες. Απέναντι στην υποτίμηση της ζωής μας και τον θάνατο χτίζουμε κοινότητες αγώνα και σχέσεις αλληλεγγύης.
ΠΟΡΕΊΑ για την δολοφονία του ΖΑΚ/της ZACKIE OH!
Σάββατο 13 Οκτώβρη 2018, πλ. Μοναστηράκι, 12μμ
Να μην γίνουμε κανίβαλοι. Να μην συνηθίσουμε το θάνατο.
Αγώνας ενάντια στην φτώχεια, την εξαθλίωση, την γκετοποίηση και κάθε μορφής καταπίεσης.
Για έναν κόσμο ισότητας-αλληλεγγύης-δικαιοσύνης-ελευθερίας.
αναρχική συλλογικότητα Vogliamo tutto e per tutti