Η αστική δημοκρατία μας παρακολουθεί.
Νεα Σμύρνη: πόλη αστυνομοκρατούμενη. Την τελευταία περίοδο η γειτονιά μας έχει γεμίσει με κάθε είδους ένστολους που σαν άλλοι σερίφηδες σουλατσάρουν στους δρόμους, με στόχο να επιβάλλουν την τάξη και την κανονικότητα. Η διασφάλιση του υπάρχοντος επιτάσσει δημοτόμπατσους να κυνηγούν μετανάστες σε παραλληλία με επιχειρήσεις σκούπες, έντονη αστυνομική παρουσία, προσαγωγές-εξακριβώσεις αλλά και ηλεκτρονικούς ρουφιάνους κάμερες. Η αστυνομοκρατία στην περιοχή μας βέβαια αποτελεί κομμάτι της πρόσφατης διάχυτης και οξυμένης αστυνόμευσης σε κάθε περιοχή που ήρθε σαν απάντηση στην εξέγερση του Δεκέμβρη.
Στην περίοδο που ακολουθεί και μέσα στη δίνη της οικονομικής κρίσης των καπιταλιστών, το κράτος αντεπιτίθεται και εξοπλίζεται αλλά και οχυρώνεται προληπτικά. Τα νέα έντονα κατασταλτικά μέτρα περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων (έρευνα για κατειλημμένους χώρους, ποινικοποίηση της κουκούλας, επιχειρήσεις σκούπας εναντίον μεταναστών, νέες αστυνομικές μονάδες, κ.τ.λ.) την ενεργοποίηση 1100 επιπλέον καμερών παρακολούθησης στην Αθήνα. Το υλικό των οποίων (οι κάμερες θα καταγράφουν οποιαδήποτε κίνηση) θα μπορεί «να αποτελεί ενοχοποιητικό στοιχείο για εμπλεκόμενους σε έκνομες ενέργειες».
Ποιες είναι όμως αυτές οι «έκνομες ενέργειες» και πάνω σε ποιον θα κάνουν ζουμ οι κάμερες ασφάλειας;…
Έχοντας ως αρχή την μεγιστοποίηση και συσσώρευση του κέρδους με οποιονδήποτε τρόπο, ο καπιταλισμός διαμορφώνει κοινωνικές και παραγωγικές σχέσεις, θεσμούς και δομές εξουσίας, προκαλώντας κοινωνικές και ταξικές ανισότητες. Η οποιαδήποτε απόπειρα έκφρασης αντίστασης και αντίδρασης από τους καταπιεζόμενους που έρχεται να απειλήσει την κανονικότητα του συστήματος και του δόγματος της τάξης κι ασφάλειας, συναντάει την άμεση ή έμμεση καταστολή, με κυρίαρχο φορέα της το κράτος, ρόλος του οποίου είναι η διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας του συστήματος. Η 11η Σεπτέμβρη 2001 αποτέλεσε παγκόσμιο ορόσημο για την αναδιάρθρωση και τελειοποίηση των μηχανισμών καταστολής. Η εξουσία, εκμεταλλευόμενη το φοβικά αισθήματα και την τρομοϋστερία , επιδίωξε-επιδιώκει την απόσπαση κοινωνικής συναίνεσης για την εγκαθίδρυση νέων κι αποτελεσματικότερων μέσων ελέγχου κι επιτήρησης.
Το ελληνικό κράτος, με αφορμή την ασφάλεια των ολυμπιακών αγώνων του 2004, υιοθέτησε το δόγμα της μηδενικής ανοχής με χρήση ηλεκτρονικών μέσων για την καταγραφή προσωπικών δεδομένων, την παρακολούθηση τηλεφωνικών συνομιλιών και την εγκατάσταση εκατοντάδων καμερών στους δρόμους της Αθήνας. Παρά τις διαβεβαιώσεις από τους υπεύθυνους για την προσωρινότητα της χρήσεως των καμερών αυτών, συνέβη το αντίθετο (δεν είχαμε
ποτέ άλλωστε τέτοιες αυταπάτες). Η παρακολούθηση συνεχίζεται μετατρέποντας την καθημερινότητά μας σε ένα reality show με πρωταγωνιστές όλους εμάς. Παρακολούθηση συνεχή και καθημερινή, στους δρόμους, τα πάρκα και τις πλατείες, τα σχολεία (ιδιωτικά αλλά και δημόσια όπως πχ στο 4ο Λύκειο Πειραιά), μέχρι και τις ιδιωτικής χρήσεως κάμερες σε καταστήματα, χώρους εργασίας και διασκέδασης. Ανάλογα με το χώρο χρήσης τους, η λειτουργία των συστημάτων ελέγχου και εποπτείας αποσκοπεί άλλοτε στην καταγραφή και ποινικοποίηση διαδηλώσεων, άλλοτε στην εξακρίβωση της αποδοτικότητας των εργαζομένων (σαν ηλεκτρονικός ρουφιάνος), σε κάθε περίπτωση όμως η ύπαρξή τους έχει πρωτεύοντα, αν όχι μοναδικό σκοπό, την τρομοκράτηση και τη δημιουργία αισθήματος φόβου και επιτήρησης.
Η χρήση των καµερών (και άλλων µηχανισµών καταστολής) υπαγορεύεται από το “ιδεολόγηµα της ασφάλειας”, το οποίο αντιπαραβάλλει την ασφάλεια µε την ελευθερία και θυσιάζει τη δεύτερη στο βωµό της πρώτης. Το ιδεολόγηµα αυτό πλασάρει µία ψευδαίσθηση ασφάλειας άλλοτε απέναντι σε επίπλαστους εξωτερικούς και εσωτερικούς εχθρούς, άλλοτε απέναντι σε υπαρκτά κοινωνικά προβλήµατα τα οποία πηγάζουν ωστόσο από τις ίδιες τις υπάρχουσες δοµές της καπιταλιστικής κοινωνίας. ∆εν χωράνε αυταπάτες ότι κύριος σκοπός των ηλεκτρονικών µηχανισµών παρακολούθησης, σε συνδυασµό µε την ευρύτερη κρατική καταστολή, είναι η αστυνόµευση κάθε έκφανσης της ανθρώπινης δραστηριότητας και, πολύ περισσότερο, η προσπάθεια εντύπωσης του
αισθήµατος της παρακολούθησης. Αυτό συµβαίνει γιατί όταν κάποιος αισθάνεται ότι ανά πάσα στιγµή εν δυνάµει παρακολουθείται, καταλήγει να αυτοπεριορίζεται, να καταστέλλει τις πράξεις και τις σκέψεις του, να παύει να αντιστέκεται και σε τελική ανάλυση, µέσω αυτής της εσωτερίκευσης της επιτήρησης και του ελέγχου, οδηγείται στο να γίνει ο ίδιος µπάτσος του εαυτού του.
Σαμποτάζ στα συστήματα
κοινωνικού ελέγχου
“Απόσπασμα του κείμενου αυτού μοιράστηκε σε προηγούμενες δράσεις από την
Παρέμβαση Αναρχικών στη Νέα Σμύρνη και τις γύρω περιοχές”